- ἐγέννησα
- породиля породил
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
ἐγέννησα — γεννάω beget aor ind act 1st sg (attic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)